Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023

Άγιος Ιωσήφ ο νέος, μητροπολίτης Τιμισοάρας (1568-1656)

Άγιος Ιωσήφ, μητροπ. Τιμισοάρας
Τοιχογραφία: Τράπεζα μονής Παντοκράτορος
Έργο ιερομ. Λουκά Ξενοφωντινού (δεκαετία 2010)
Ο άγιος Ιωσήφ ο Νέος του Πάρτου γεννήθηκε το 1568 στη Ραγκούζα της Δαλματίας (σημερινό Ντουμπρόβνικ, Κροατία), από οικογένεια χριστιανών της Βλαχίας, και βαφτίστηκε Ιάκωβος. Ο πατέρας του ήταν Βενετσιάνος ονόματι Τζιοβάνι Φούσκο και η μητέρα του, Αικατερίνα, καταγόταν από τη Λήμνο. Πιο συγκεκριμένα, είχε μορλακική καταγωγή, η οποία είναι μια άλλη ονομασία για τους μαυροβλάχους, μια ομάδα βλαχικών πληθυσμών που εξαπλώνονται σε ολόκληρη τη βαλκανική χερσόνησο, νότια του Δούναβη. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Ιάκωβος μετακόμισε με τη μητέρα του στην Αχρίδα, ένα σημαντικό ορθόδοξο κέντρο της περιοχής, όπου ζούσαν επίσης Ρουμάνοι και Μαυροβλάχοι. Εδώ το νεαρό αγόρι πήγε σε μοναστηριακό σχολείο, όντας 12 ετών. Τρία χρόνια αργότερα, εισήλθε στη Μονή της Παναγίας Περιβλέπτου και παρέμεινε εκεί περίπου 5 χρόνια.
Μετά από 5 χρόνια ως δόκιμος, πήγε στο Άγιον Όρος, στη μονή Παντοκράτορος και εκάρη μοναχός το 1590, λαμβάνοντας το όνομα Ιωσήφ, ενώ δύο χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε και ιερέας. Στη μονή Παντοκράτορος επιδόθηκε ιδιαίτερα στο έργο της αντιγραφής χειρογράφων, διακόνημα που συνέχισε αργότερα και στη μονή Μεγίστης Λαύρας.

Συνέχισε την ασκητική του διαβίωση στο Άγιον Όρος εγκατοικώντας στις μονές Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου και Βατοπαιδίου, όπου έλαβε και το χάρισμα της ιάσεως πασχόντων αδελφών.
Σύντομα έγινε γνωστός και στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος τον διόρισε ηγούμενο της μονής του Αγίου Στεφάνου στην Αδριανούπολη, μετόχι της Μεγίστης Λαύρας, όπου παρέμεινε περίπου 6 χρόνια. Επιστρέφοντας στον Άθωνα, ο Ιωσήφ έγινε ηγούμενος στη μονή Κουτλουμουσίου, όπου εγκατοικούσαν πολλοί Ρουμάνοι μοναχοί. Λίγο αργότερα, όμως, όντας πάνω από 70 ετών, επέστρεψε, χάριν της προσφιλούς του ησυχίας, στη μονή Βατοπαιδίου, όπου και παρέμεινε ασκούμενος ώς το 1650.

Το 1552, στο δυτικό Βανάτο, που μέχρι τότε ανήκε στο Βασίλειο της Ουγγαρίας, περιήλθε υπό τουρκική κυριαρχία, μετατρεπόμενο σε πασαλίκι (1552-1718) με έδρα την Τιμισοάρα. Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε Μητρόπολη, υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Είναι δύσκολο να πούμε ποια εθνικότητα είχαν οι ορθόδοξοι πιστοί στην επισκοπή Βανάτου. Η μαζική μετανάστευση των Σέρβων βόρεια του Δούναβη ξεκίνησε μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, το 1389, όταν η Σερβία κατελήφθη από τους Τούρκους. Μέχρι τότε στο Βανάτο υπήρχαν μόνο Ρουμάνοι (Βλάχοι), Ούγγροι και Γερμανοί.

Το 1650 πέθανε ο μητροπολίτης της Τιμισοάρα και στη θέση του στάλθηκε από τον Οικουμενικό πατριάρχη Παρθένιο Β´, ο άγιος Ιωσήφ, παρά την ηλικία του, που ήταν περίπου 80 ετών. Η χειροτονία του έγινε στις 20 Ιουλίου 1650 και υπηρέτησε ως Μητροπολίτης μόνο για τρία χρόνια. Η αγιότητα του βίου του εκδηλώθηκε από τη στιγμή της αφίξεώς του στην εκκλησιαστική επαρχία του, με την επιτέλεση ποικίλων θαυμάτων, γεγονός που οδήγησε στην καθολική πίστη του ποιμνίου του ότι επρόκειτο για έναν εν ζωή άγιο. Μεριμ´νωντας για την πνευματική ζωή της επαρχίας του, χειροτονούσε νέους ιερείςκαι φρόντισε για τη λειτουργική αγωγή τους, ιδρύοντας ιερατική σχολή.

Όντας σχεδόν σε όλη του τη ζωή ένας απλός μοναχός, του άρεσε περισσότερο η ησυχία του μοναστηριού παρά η υπηρεσία ως ιεράρχης. Το 1653, ο Ιωσήφ αποσύρθηκε οριστικά στην όχι μακρινή Μονή Αρχαγγέλων του Πάρτου, όπου έζησε για τρία χρόνια. Η πληροφορία αυτή προήλθε από μια σημείωση, που έγινε το 1655, σε ένα Μηνολόγιο που ανήκε στη Μονή του Αγίου Γεωργίου που βρισκόταν κοντά στην πόλη: "Το βιβλίο αυτό ανήκει στον Μητροπολίτη Τιμισοάρας Ιωσήφ, το 1655, ο οποίος εγκατέλειψε οικειοθελώς την επισκοπή, αποσυρόμενος στη Μονή Πάρτου, όπου έζησε αρκετά χρόνια και στη συνέχεια μετέβη στην αιώνια ζωή, όπου αναπαύονται οι άγιοι".
Ο άγιος Ιωσήφ κοιμήθηκε στις 15 Αυγούστου 1656 σε ηλικία 88 ετών. Στον εκεί μητροπολιτικό ναό φυλάσσεται μέχρι σήμερα το λείψανό του, καθώς και η παλαιότερη εικόνα του. Σύμφωνα με την παράδοση, κατά την κοίμησή του, οι καμπάνες της Μονής άρχισαν να χτυπούν από μόνες τους.

Το 1686 ανακηρύχθηκε τοπικός άγιος. Το 1956, στην επέτειο των 300 ετών από την κοίμησή του, ανακηρύχθηκε άγιος από τη Ρουμανική και τη Σερβική Εκκλησία. Η μνήμη του καθιερώθηκε να εορτάζεται στις 15 Σεπτεμβρίου.

Όσο ζούσε, φαίνεται πως διατηρούσε επαφή με τη Λήμνο, το νησί της καταγωγής του, διότι στην ιερά ακολουθία του υπάρχουν αρκετές αναφορές στη λημνιακή του καταγωγή. Άλλωστε, η Λήμνος είχε ανέκαθεν στενή σχέση με τις μονές του Αγίου Όρους, πολλές από τις οποίες διατηρούσαν μετόχια στο νησί.

Τον Βίο του συνέταξε στις αρχές του 180υ αιώνα ο μαθητής του Δαμασκηνός Ουντρέα, ενώ ελληνική ακολουθία συνέθεσε ο ηγούμενος της μονής Τιμίου Προδρόμου – Σκήτης Βεροίας, αρχιμ. Πορφύριος (για την ακολουθία πατήστε εδώ).
Λειμωνάριον Ιεράς Μονής Παντοκράτορος, σ. 92-95. Άγιον Όρος 2011
• Μωυσής Αγιορείτης, Βατοπαιδινό Συναξάρι, σ. 228-233. Άγιον Όρος 2007
— ο ίδιος, Οι Άγιοι του Αγίου Όρους, σ. 441-442. Θεσσαλονίκη 2008
• Μακάριος ιερομ. Σιμωνοπετρίτης, Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ. 1, σ. 166-167. Ορμύλια 2001
• Συμεών Πασχαλίδης, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους. Προσκυνηματικός οδηγός, σ. 184.  Άγιον Όρος 2005
• Συμεών Πασχαλίδης (επιμ.), Αγιορειτικόν Πανάγιον. Των εν Άθω αγίων ο χορός, σ. 278-279. Θεσσαλονίκη 2013

Άγιος Ιωσήφ ο νέος, μητροπολίτης Τιμισοάρας
(Σύγχρονη εικόνα)

Η μονή Αρχαγγέλων Πάρτος,
όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο άγιος Ιωσήφ

Η λειψανοθήκη με το τίμιο λείψανο του αγίου Ιωσήφ,
στον καθεδρικό ναό της Τιμισοάρας



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου